Να πατικωθεί το μέσα μας….

Να πατικωθεί το μέσα μας….
«Βρε γιαγιά, μην φας κι άλλο μελομακάρονο. Αφού έχεις ζάχαρο και το ξέρεις, το έχουμε πει πως δεν κάνει. Τι θέλεις, να αρρωστήσεις;»
«Άσε με, παιδάκι μου, να είσαι καλά. Το θέλω. Άσε με. Να πατικωθεί το μέσα μου θέλω… να χαρείς.»
Με μια έκφραση ευτυχίας, ευχαρίστησης, ανακούφισης και ηρεμίας έφαγε άλλο ένα σπιτικό, ζεστό και μελωμένο μελομακάρονο. Η εγγονή της την κοίταζε χαμογελώντας με αυτό το χαμόγελο μιας μυστικής συνομωσίας. «Καλά κάνεις, γιαγιά, η ζωή είναι ωραία, είναι γλυκιά. Ζήσε την όσο πιο πολύ γίνεται.»
Πολλά χρόνια μετά συζητάμε με την εγγονή και θυμάται τα λόγια και την έκφραση της γιαγιάς της με νοσταλγία, με γαλήνη, με αυτόν τον τρόπο που λέει: ‘ αυτό μου άφησε η γιαγιά μου, αυτή είναι η κληρονομιά της, η σοφία της, η μνήμη της, αυτό με καθοδηγεί’. Και σκέφτομαι τόσες και τόσες κουβέντες και λόγια, και εκφράσεις και κινήσεις μέσα στη διαδρομή μας, που περνούν σαν σε τοπία έξω από τα παράθυρα του τρένου και χαράζονται για πάντα στο βλέμμα μας και στην ψυχή μας. Ένα τοπίο, μια μυρωδιά, μια λέξη, ένα πρόσωπο που σε ανύποπτο χρόνο έρχεται να μας βρει, να μας θυμίσει τις πιο καλά κρυμμένες αλήθειες μας. Από αυτές που τις ανασύρουμε σε στιγμές πόνου, για να μας τον γλυκάνουν. Σε στιγμές άγχους, για να μας γαληνέψουν. Σε στιγμές αποχωρισμού, για να μη χάσουμε τις συνδέσεις μας, τα νήματα, τις ρίζες μας.
Είναι τα δικά μας ‘μελομακάρονα’, τα δικά μας μυστικά τοπία, εκεί που μπορούμε να πάμε και να γλυκαθούμε, να κρυφτούμε, να νιώσουμε ασφαλείς και προστατευμένοι. Είναι για τον καρκινοπαθή το τσιγάρο στο μπαλκόνι του νοσοκομείου μετά από πολλές μέρες παραμονής και πολλές χημειοθεραπείες, εκεί που πια ο άνθρωπος δεν υπολογίζει τα χαμένα αλλά όσα μπορεί να γευτεί παραπάνω και ρουφάει βαθιές τζούρες ζωής. Είναι για τον πρόσφυγα το ξεθωριασμένο και βρώμικο χαλάκι που έχει μαζί του, για να γονατίζει και να προσεύχεται όταν σημαίνει η ώρα της πίστης του. Είναι για τον ναρκομανή τα μάτια ενός παλιού του φίλου που τον συναντά στο δρόμο τυχαία μετά από χρόνια και τον βλέπει αναιμικό, αδύναμο, μια σκιά μες στους ανθρώπους και δεν αποστρέφει το βλέμμα αλλά τον ρωτά τι κάνει και αν χρειάζεται βοήθεια. Είναι για τη μάνα του παιδιού με ειδικές ανάγκες η άδεια θέση στο πάρκινγκ και τα βρισίδια που έριξε πριν ο περαστικός με τον κάφρο που πήγε να κλείσει τη ράμπα. Είναι για τη γιαγιά στο γηροκομείο η τραγουδιστή φωνή της βραδινής νοσοκόμας που της λέει ότι θα φάνε ζεστή σουπίτσα και της χαϊδεύει τα χέρια. Είναι για τη φοιτήτρια η ματιά της καθηγήτριάς της όταν νιώθει απογοητευμένη και αποκαρδιωμένη από την απόδοσή της, όταν χάνει το νόημα και την πίστη της σε αυτό που διάλεξε να σπουδάσει. Είναι τα τρεχαλητά και τα γέλια στο νησί με όλη την παρέα των παιδικών μας χρόνων ψάχνοντας τα πεταμένα άθικτα καπάκια από μπύρες και τα ατσαλάκωτα εισιτήρια του Κτελ. Είναι η θεία που έχει φύγει από τη ζωή και ερχόταν με τα δώρα και τις σοκολάτες στις τσάντες και με πήγαινε βόλτα στο ΜΙΝΙΟΝ. Είναι η ασπρόμαυρη φωτογραφία που μου το θυμίζει. Μια φωτογραφία λίγο κιτρινισμένη στις άκρες αλλά τόσο ζωντανή στην καρδιά μου, που δεν συναγωνίζεται όλες τις τέλειες φωτογραφίες του ακριβού κινητού μου, αυτές που είναι τόσο πολλές γι’ αυτό και τόσο ασήμαντες. Είναι η μυρωδιά από το ψητό στο σπίτι μας όταν ακόμη δεν είχαμε έννοιες και όλα έμοιαζαν να γίνονται από τα μαγικά χέρια της μάνας μας χωρίς κόπο, με ένα απλό άγγιγμα. Είναι τα μάτια του σκύλου μου, εκεί που χάνω το θάρρος μου και την πίστη μου στους ανθρώπους. Εκεί που ξάφνου τα μάτια του σκύλου μου, μού θυμίζουν δυο δικούς μου ανθρώπους. Είναι η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Είναι το ‘βασανίζομαι’ που βλέπω στο γκράφιτι και νιώθω ένα με όλους τους βασανισμένους αυτού του κόσμου. Σκέφτομαι μήπως σκαρφαλώνω εγώ τα βράδια και το γράφω στα κρυφά, αλλά με βεβαιώνουν πως τα βράδια δεν λείπω και κοιμάμαι βαθιά.. Είναι, είναι….
Είναι αυτή η γιαγιά που ζητά να πατικωθεί το μέσα της. Αυτή η γιαγιά όλων μας. Η πρώτη μάνα. Η λήθη. Μια λήθη όμως που μόνο αλήθειες ανασύρει. Αλήθειες του πιο παιδικού εαυτού μας, του πιο δικού μας εαυτού, του πιο αγνού, του πιο ανόθευτου. Αυτού που παλέψαμε να κρύψουμε, να μεγαλώσουμε, να γιατρέψουμε.
Ας είναι η χρονιά μας γεμάτη με αυτές τις αλήθειες χωρίς να ξεχνάμε ποτέ να πατικώνουμε το μέσα μας με ό,τι το γλυκαίνει και το χορταίνει.
Καλή μας χρονιά!
Τι να πω. Ένα υπέροχο site. Με δέντρα και αλέες που μπορεί κανείς να ατενίσει την ζωή του. Με γλυκά του κουταλιού και μελομακάρονα της ψυχής. Αυτά που δεν προκαλούν ζάχαρο. Με συγκίνησες. Με έβαλες σε διαδικασία ψυχανάλυσης με όμορφο τρόπο. Μπράβο Δέσποινα Σαμιωτάκη Είναι υπέροχο.
Ευχαριστώ θερμά, Όλγα. Αν κινητοποιήσαμε τόσα, κάτι ωραίο έχουμε φτιάξει εδώ.